«Κύριο καθήκον των κοινοτικών αρχόντων της εποχής, ήταν το "στρώσιμο των τεφτεριών". "Εριχναν τα τεφτέρια", σήμαινε ότι όριζαν το φόρο που έπρεπε να πληρώσει κάθε μέλος της κοινότητας, ανάλογα με την περιουσιακή του κατάσταση (ιδιόκτητο σπίτι, χωράφια κλπ.) και τα εισοδήματά του, με βάση το "κατάστιχο" που συντασσόταν από εκτιμητές κάθε 7 χρόνια.
»Την είσπραξη έκανε ο "γραμματικός" του χωριού ή κάποιος ειδικός φοροεισπράχτορας. Οι φόροι, αυτοί ήταν άσχετοι από άλλα "δοσίματα" για κοινοτικές ανάγκες (δρόμους, γεφύρια, κονάκι του βοεβόδα, πληρωμή ζημιών, αμοιβή κοινοτικών υπαλλήλων, δασκάλων, υδρονόμων, αγροφυλάκων κλπ.). Οι κοινοτικοί άρχοντες εισέπρατταν μισθό και απαλλάσσονταν από φόρους.
»Γενικά, οι φόροι που πλήρωναν οι σκλάβοι στους Τούρκους ήταν πολλοί και δυσβάστακτοι (...). Κάθε οικογένεια κατέβαλλε επίσης πολλά άλλα "χαράτσια" (φόρους) για τα παραγόμενα προϊόντα, για τα κτήματα. Επίσης πλήρωνε το φόρο "καπνού" (δηλαδή για το αναμμένο τζάκι της οικογένειας), και τους φόρους για το γάμο, τα καταλύματα, τα επαρχιακά έξοδα, την τιμητική στολή ("καφτάνια"), τα καρφοπέταλα κι άλλους που είχε δικαίωμα να επιβάλλει ο κάθε τοπικός Οθωμανός διοικητής.
»Οι κάτοικοι των Αγράφων πλήρωναν για πολλά χρόνια μόνο το "χαράτσι"-"κεφαλικό φόρο". Επρεπε όμως να δίνουν και ένα "αστάρι" (φόδρα), 6 πήχες η κάθε οικογένεια, που χρησίμευε "ως σφογγιστήρι των αγγείων του σουλτάνου". Το ύφασμα αυτό το ύφαιναν στον αργαλειό και το συγκέντρωνε ο "αστάρ τσαούσης", που είχε την έδρα του στη Λάρισα.
*
»Ο λαός της περιοχής υφίσταται ως πραγματικούς επιδρομείς τους ακόρεστους φοροεισπράκτορες του κράτους, που ο Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός αποκαλεί"λυκόμορφους φορολόγους". Το αδυσώπητο φοροεισπρακτικό καθεστώς αγκαλιάζει κάθε κλάδο της βιοτεχνικής δραστηριότητας: εργαστήρια μεταποίησης ή επεξεργασίας πρώτων υλών, σιδεράδικα, τσαρουχάδικα, αργαλειούς, νεροτριβές, καποτάδες.
»Επίσης, φορολογείται και κάθε πηγή αγροτικού εισοδήματος: καλλιέργειες δημητριακών, αμπέλια, δέντρα, λαχανόκηποι, κουκούλια, μελίσσια (...). Με "δεκάτη" επιβαρύνονται και τα καρποφόρα δέντρα της περιοχής: καρυδιές, συκιές, μυγδαλιές, αχλαδιές, βερικοκιές. Οι έντοκες δανειοληψίες από φτωχά χωριά, για την εξόφληση οφειλόμενων φόρων, συχνά οδηγούσαν στην καταχρέωσή τους και ακολούθως στην εγκατάλειψη από τους κατοίκους(...). Το κοινοτικό χρέος είναι συλλογικό και κάποτε απαιτητό από τους δανειστές πριν ακόμα καταστεί ληξιπρόθεσμο: "εκεί όπου παίρνουμε δανεικά, έρχονται και μας τα γυρεύουν", γράφουν οι δημογέροντες του Καρπενησίου σε έγγραφό τους(...).
*
»Πρέπει να έχουμε πάντα στο νου μας ότι οι φόροι κι οι υποχρεώσεις των υπόδουλων χριστιανών δεν ήταν πάγιοι κι οι ίδιοι πάντα. Κάθε νέος διοικητής στο"βελαέτι", κάθε ανώτερος υπάλληλος αλλά και κάθε "κοτσάμπασης" και "επίσκοπος" μπορούσε να επιβάλει για κάποιο δικό του λόγο, έναν καινούργιο φόρο. Κι οι "ραγιάδες" έπρεπε να τον πληρώσουν χωρίς συζήτηση (...).
Ο εθνοδιδάσκαλος Ευγένιος Γιαννούλης ο Αιτωλός γράφει σχετικά σε μια επιστολή του: "Πανταχού οιμωγαί, ολολυγμοί, στεναγμοί και θρήνοι, δυσπραγίαι ουκ ευαρίθμητοι... καταδρομή των φορολόγων αδυσώπητος το υπήκοον επικαλείται τον θάνατον μάλλον ή το ζην" (...)».
*
Αυτά συνέβαιναν παλιά. Επί Τουρκοκρατίας...
*
(Τα στοιχεία περιέχονται στο evrytan.gr και βασίζονται στις πηγές:
1. Μάρκος Α. Γκιόλιας: «Η Ιστορία της Ευρυτανίας στους νεότερους χρόνους», Εκδόσεις «Πορεία», Αθήνα 1999.
2. Χαρίλαος Μηχιώτης: «Τυμφρηστός & Τυμφρήστιοι», Εκδόσεις «Κασταλία»
3. Γιώργος Η. Βαρλάμης: «Ευρυτανία», Αθήνα 1997)
Γράφει:
ο Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ
ο Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ
Από το Ριζοσπάστη Πέμπτη 29 Σεπτέμβρη 2011